Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

Η βρύση – ποτίστρα “Αλωνέτος” στον Γέρμα Καστοριάς.

Γράφει ο Γιώργος Τ. Αλεξίου.

Η βρύση - ποτίστρα "Αλωνέτος" στον Γέρμα, που
 βρίσκεται υπό την προστασία της Αγίας Τριάδος.
Άποψη μετά την πρόσφατη ανακαίνισή της.
Στο νότιο άκρο του χωριού (του οικισμού) Γέρμα Καστοριάς βρίσκεται ένας ανοιχτός κι επικλινής χώρος 800 τ.μ. περίπου, που ονομάζεται “Αλωνέτος” (= μικρό αλώνι ;). Στο κέντρο του χώρου αυτού υπάρχει η ομώνυμή του παλαιά και μεγάλη βρύση - ποτίστρα ζώων, στην οποία συγκλίνουν τρεις βασικοί αγροτικοί δρόμοι του χωριού.
Η εν λόγω βρύση – ποτίστρα έχει δύο κρουνούς (παλαιότερα είχε τρεις) και μία επιμήκη λεκάνη. Το νερό της προέρχεται από μία αστείρευτη πηγή, που βρίσκεται στον παρακείμενο λάκκο και σε απόσταση 150 μ. περίπου απ' αυτήν (τη βρύση).
Δίπλα ακριβώς στη βρύση του Αλωνέτου υπάρχει ένα εκκλησάκι που είναι αφιερωμένο στην Αγία Τριάδα. Στο εκκλησάκι αυτό μετέβαιναν παλαιότερα και μεταβαίνουν και τώρα οι ευσεβείς Γερμανιώτισσες, για να ανάψουν τα καντήλια του και να προσευχηθούν στον Τριαδικό Θεό μας.

Το χωριό Ο Γέρμας. Εντός του κύκλου
διακρίνεται "ο Αλωνέτος"
Η βρύση του Αλωνέτου αποτελούσε ανέκαθεν σημείο αναφοράς όλων των αγροτών κατοίκων του Γέρμα, ανδρών και γυναικών. Απ' τις “σιούρκες” του (: κρουνούς) έπαιρναν νερό με τις στάμνες τους, μέχρι το έτος 1955, οι κοπέλες του Γέρμα και στη λεκάνη του πότιζαν τα πολυάριθμα βόδια τους, τα άλογα και τα γαϊδουράκια, οι γεωργοί και κτηνοτρόφοι του χωριού.
Σήμερα, λίγοι Γερμανιώτες περνούν απ΄ τον Αλωνέτο, συνήθως ευκαιριακά και εποχούμενοι και γι' αυτό δεν προσέχουν τη βρύση του. Μόνον οι ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού, οι άνω των 55 ετών, κάθε φορά που διέρχονται απ' εκεί κοντοστέκονται μπροστά στη βρύση - ποτίστρα του, την παρατηρούν με νοσταλγία, θυμούνται τις παλαιές “δόξες” της, φέρνουν στη σκέψη τους ειδυλλιακές “βουκολικές” εικόνες και αναπολούν τις περασμένες αλλ' αξέχαστες εποχές.

Στη βρύση, στην κρυόβρυση”. Δημοτικό ποίημα.
Πήγα στη βρύση κι έκατσα μ' ένα λαμπρό φεγγάρι,
δεν είδα την αγάπη μου νερό να ρθεί να πάρει.
Και χθες την είδα στο χορό που χόρευε μπροστά μου
και μια φορά απ' τις πολλές που διάβαινε μπροστά μου,
ανοίγει τα χειλάκια της και σιγανά μου λέει:
απόψε στην κρυόβρυση θα 'ρθώ ν’ ανταμωθούμε.

Η βρύση Αλωνέτος, όπως ήταν
 πριν την πρόσφατη επισκευή της.




Άλλη άποψη της βρύσης "Αλωνέτος".

Η λεκάνη ποτίσματος των ζώων.
Οι δύο "σιούρκες" (: κρουνοί) της βρύσης-ποτίστρας.



Η βρύση και το διπλανό της εκκλησάκι
 της Αγίας Τριάδος κατά την ανατολή του ήλιου.


Το εκκλησάκι της Αγίας Τριάδος που
  προστατεύει τη βρύση και τους επισκέπτες της.




Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

“Πως έμαθα να διαβάζω και να γράφω”. Μαθητική έκθεση του αείμνηστου Γερμανιώτη Γιάννη Γ. Προδαφίκα (1977 – 2019).

Εισαγωγικό Σημείωμα.
Ο αείμνηστος Γιάννης Γ. Προδαφίκας (1977 – 2019) ήταν ένας φέρελπις Γερμανιώτης νέος, λίαν αγαπητός στους συγγενείς, τους φίλους και τους γνωστούς του. Γεννήθηκε στη Φλώρινα κι έζησε εκεί κατά την παιδική κι εφηβική του ηλικία. Αργότερα μετακόμισε με την πατρική του οικογένεια στη Θεσσαλονίκη. Ευρισκόμενος στη συμπρωτεύουσα ασθένησε σοβαρά και γι' αυτό επέστρεψε με τους γονείς του κι εγκαταστάθηκε στο αγαπημένο του χωριό, τον Γέρμα Καστοριάς, όπου ύστερα από μερικά χρόνια απεβίωσε κι ετάφη. Εις ανάμνησή του δημοσιεύεται ακολούθως μία αξιοπρόσεκτη μαθητική έκθεσή του (: Σκέφτομαι και Γράφω), που είχε γράψει στις 24 Σεπτεμβρίου 1987, σε ηλικία 10 ετών. (Γ. Α.).

Θέμα: Πως έμαθα να διαβάζω και να γράφω.
Ο αείμνηστος Γιάννης Προδαφίκας.
Το περιβάλλον που μεγάλωσα ήταν γεμάτο βιβλία, γι' αυτό από πολύ μικρός άρχισα να μαθαίνω λίγο – λίγο να διαβάζω. Σ΄ αυτό με βοηθούσαν πολύ οι γονείς μου που ήταν εκπαιδευτικοί και δεν άργησα να μάθω ανάγνωση. Για μένα ήταν σαν παιχνίδι. Στην αρχή προσπαθούσα να αναγνωρίσω τα γράμματα στις φωτεινές επιγραφές, τα μεγάλα γράμματα στις εφημερίδες και στα περιοδικά και όταν να κατάφερνα ένιωθα μεγάλη ικανοποίηση. Αργότερα άρχισα να αναγνωρίζω και λέξεις.
Η επόμενή μου προσπάθεια ήταν να μάθω να γράφω. Πολλές φορές έβλεπα τους γονείς μου που έγραφαν συνέχεια και ήθελα να μπορώ κι εγώ να κάνω το ίδιο. Συχνά έπαιρνα τα μολύβια τους και μουτζούρωνα παντού, ακόμα και στα βιβλία που χρησιμοποιούσαν. Γι' αυτό η μητέρα μου είχε φέρει έναν μικρό πίνακα κι ένα κουτί κιμωλίες χρωματιστές κι εκεί προσπαθούσα να γράψω.
Το πρώτο που έμαθα να γράφω ήταν το όνομά μου κι αργότερα άλλες εύκολες λέξεις όπως μαμά, μπαμπάς, γάλα. Τους τα έδειχνα και με χαρά με έλεγαν ότι έκανα πρόοδο μεγάλη κι εγώ πίστευα ότι είχα γίνει σπουδαίος, αφού μπορούσα ό,τι έλεγα να το γράψω. Γι' αυτό, όταν πήγα στο σχολείο δεν δυσκολεύτηκα πολύ.
Γιάννης Προδαφίκας.

Ο Γιάννης Προδαφίκας
 σε νηπιακή ηλικία.


Ο Γέρμας Καστοριάς. Το αγαπημένο χωριό
του αξέχαστου Γιάννη Προδαφίκα.






Ο Γιάννης Προδαφίκας.


Σάββατο 24 Αυγούστου 2019

Λαϊκό ιστόρημα από τον Γέρμα Καστοριάς: “Η γυναίκα δεν κρατάει μυστικό”.

Η φωτογραφία ελήφθη απ' το διαδίκτυο.

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στο διπλανό μας χωριό ένα αγαπημένο αντρόγυνο. Κάποιο μεσημέρι, ο άντρας γύρισε καθυστερημένα στο σπίτι του και για να δικαιολογηθεί, αλλά και να πειράξει τη γυναίκα του είπε το εξής απαράδεκτο ψέμα:
- “Αμάν, γυναίκα, τι έκανα σήμερα. Συνάντησα στο δρόμο μου έναν άγνωστο άνθρωπο, μαλώσαμε, τον σκότωσα και τον παράχωσα”. Και συνέχισε: “ Πρόσεξε καλά τώρα τι θα σε (σου) πω. Αυτό που μόλις άκουσες είναι φοβερό μυστικό, να μην το πεις σε κανέναν, γιατί αν το μάθουν θα με πιάσουν και θα με κρεμάσουν. Εντάξει;”.
- “Εντάξει”. είπε η γυναίκα του.
Κι ο άντρας έφυγε ήσυχος από το σπίτι του...
Το βράδυ που επέστρεψε βρήκε να τον περιμένουν στην εξώπορτα του σπιτιού του 5 – 6 αγριεμένοι χωροφύλακες, που τον (του) είπαν:
- “Δείξε μας πού έθαψες τον άνθρωπο που σκότωσες σήμερα το πρωί”...

Η φωτογραφία ελήφθη απ' το διαδίκτυο.




Η φωτογραφία ελήφθη απ' το διαδίκτυο.

Η φωτογραφία ελήφθη απ' το διαδίκτυο.

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2019

Λαϊκό αφήγημα απ' τον Γέρμα Καστοριάς: Ο άνθρωπος αντέχει το πένθος του θανάτου.

Ο Άρχων Μιχαήλ.
Εικόνα στον Γέρμα
 έτ. 1775.

Στον Γέρμα Καστοριάς έλεγαν παλαιότερα το εξής αφήγημα σε ανθρώπους που πενθούσαν νεκρόν συγγενή τους, για να τους παρηγορήσουν:

«Έδωσε ο Θεός τον θάνατο πρώτα στα βουνά, και τα βουνά δεν τον άντεξαν κι άρχισαν να σείονται και να σχίζονται.
Τον έδωσε κατόπιν στις πέτρες, κι αυτές άρχισαν να ραγίζουν και να τσακίζονται.
Τον έδωσε ύστερα στα δέντρα, κι αυτά άρχισαν όλα να πέφτουν και να ξεραίνονται.
Τέλος, έδωσε το θάνατο στους ανθρώπους (και οι άνθρωποι άντεξαν το πένθος του)... Εδώ ήταν ο πεθαμένος και δίπλα χόρευαν!».

Βλέπε επίσης:
1) “Πένθος θανάτου ζωής μάταιον και προς θεόν επιστροφή”. https://www.ianos.gr/penthos-thanatou-0456764.html
2) Ο αββάς Σισσώης στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.http://fos-kastoria.blogspot.com/2012/07/6-tou.html




Ο Γέρμας Καστοριάς,



"...και τα δέντρα άρχισαν να πέφτουν
 και να ξεραίνονται".


Το βιβλίο "Πένθος θανάτου".


Ο Αββάς Σισσώης μπροστά στον τάφο
του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Καστοριανή τοιχογραφία.

Σεπτοί τάφοι γενναίων στρατιωτών μας (έτ. 1949)
στο Στρατιωτικό Νεκροταφείο Μελά Καστοριάς. ΄

Η Ανάσταση.

Κυριακή 16 Ιουνίου 2019

Γερμανιώτικο ευθυμογράφημα: “Η χρωστούμενη σφαίρα {!}”.

Αντάρτης ερυθρός. Σκίτσο του Αρκά.
Ελήφθη απ' το διαδίκτυο.

Κατά την περίοδο του Ανταρτοπολέμου (έτη 1941 – 49), οι ερυθροί αντάρτες που “υπεράσπιζαν” (sic) τον Γέρμα Καστοριάς, επίταξαν μερικά σπίτια που βρίσκονταν στις άκρες του χωριού, έβγαλαν έξω απ' αυτά τους ιδιοκτήτες τους κι εγκατέστησαν στο καθένα μία ολιγομελή φρουρά. Στον κήπο ενός απ' τα εν λόγω επιταγμένα σπίτια, η βασανισμένη νοικοκυρά του είχε φυτέψει λίγα κρεμμυδάκια, και πήγαινε εκεί και τα πότιζε τακτικά για να μεγαλώσουν.
Κάποια ημέρα, η νοικοκυρά αυτή αντιλήφτηκε έναν Γρεβενιώτη αντάρτη 17 – 18 ετών, που διέμενε στο σπίτι της και που κυκλοφορούσε πάντα με μπερέ στο κεφάλι κι όπλο τον ώμο του, να ουρεί επάνω στα κρεμμύδια της. Όταν το είδε αυτό η χήρα και πολύτεκτη γυναίκα στενοχωρήθηκε πολύ, φοβήθηκε και με τρεμάμενη φωνή είπε στον αντάρτη: “Γιέ μου (τάδε), σε παρακαλώ, μη κατουράς επάνω στα κρεμμύδια μας, γιατί θέλουμε να τα φάμε”. Μόλις το άκουσε αυτό ο “Συναγωνιστής” εξεμάνη, έγινε θηρίο, την κύτταξε με θυμό και περιφρόνηση, και την είπε: “Εσένα, μία σφαίρα σε χρωστώ”....
.
"Μια σφαίρα σε χρωστώ"
Ο Καραγκιόζης αντάρτης.
Η φιγούρα ελήφθη απ' το διαδίκτυο.


Το σκίτσο ελήφθη απ' το διαδίκτυο.



Τετάρτη 12 Ιουνίου 2019

Αυτοβιογραφική καταγραφή του Ελληνοαμερικανού Άγγελου Κ. Κυρατζή {Γέρμας 1899 – Κοζάνη 1980}.


Ο Άγγελος Κ. Κυρατζής
σε ηλικία 25 ετών.
Εισαγωγικό Σημείωμα.
Ο Άγγελος Κ. Κυρατζής γεννήθηκε στον Γέρμα Καστοριάς το έτος 1899 και απεβίωσε στην Κοζάνη το 1980, σε ηλικία 81 χρονών. Το 1914, δεκαπενταετής όντας, μετανάστευσε στο Άλμπανυ της Νέας Υόρκης Η.Π.Α. κι εργάστηκε επί 50 έτη στις επιχειρήσεις εστίασης του θείου του Γεωργίου Τζιώνη. Ήταν παντρεμένος με τη Μπλατσιώτισσα Θωμαή Ρούγγου, με την οποία είχε αποκτήσει έναν γιο, τον Γιώργο, που πέθανε σε νηπιακή ηλικία. Κατά το 50ετές διάστημα που βρισκόταν στην Αμερική κι έως το θάνατό του, ενίσχυε διαρκώς με ικανά χρηματικά ποσά τους άπορους στενούς συγγενείς του που ζούσαν στην Ελλάδα. 
Στην πατρίδα επέστρεψε οριστικά το έτος 1966 κι εγκαταστάθηκε μαζί με τη σύζυγό του στην Κοζάνη. 
Το έτος 1955 κατέγραψε διάφορα περιστατικά της πολυκύμαντης ζωής του, που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τους συγγενείς του, αλλά και για τους ειδικούς μελετητές του απόδημου Ελληνισμού. Τα κυριότερα απ' αυτά τα καταγραμμένα περιστατικά παρατίθενται ακολούθως.
(Γιώργος Τ. Αλεξίου)

Ο Άγγελος Κυρρατζής και η σύζυγός του Θωμαή
στην οικία τους στο Άλμπανυ Η.Π.Α.
Εν Albany τη 26 Μαρτίου 1955.
...Θα προσπαθήσω εν ολίγοις να καταστήσω γνωστά όλα τα γεγονότα τα οποία συνέβησαν (σε μένα) από την αναχώρησίν μου το έτος 1914 απ΄ την Ελλάδα για την Αμερικήν, μέχρι το 1938...
Φθάνω εις την Αμερικήν το 1914 ... Από το 1914 μέχρι το έτος 1925 έστειλα (στους συγγενείς μου στην Ελλάδα) περίπου 2.000 δολλάρια...
Το 1925 κατεβαίνω στο χωριό μου τον Γέρμα Καστοριάς, δηλαδή έπειτα από 11 χρόνια ξενιτιά, και όπως το είχα αφήσει το παλιό σπίτι έτσι και το βρήκα. Οι αυλές πάλιν και ακόμη ήταν σκεπασμένες με σιμάρι, δηλαδή κλαδί. Στο σπίτι δεν υπήρχαν τζάμια στα παράθυρα...
Με καλούν και μένα στρατιώτην, πηγαίνω και υπηρετώ στην Κοζάνη 4 μήνες και πλήρωσα και 100 δολλάρια αντισήκωμα.
Ο Γέρμας Καστοριάς, το αγαπημένο χωριό
του Άγγελου Κυρατζή.
Γυρίζω στο χωριό αρχάς Χειμώνος 1925 και σκέπτομαι και ξανασκέπτομαι και αποφασίζω να κάμω σπίτι. Πού; στον όχθον. Λέγω τον πάππον μου τον Τζιούλα και την μάνα μου να με δώσουν το μέρος στον Όχθον και μου λέγουν πάρτο, κάνετο το σπίτι. Ωραία μέχρι εδώ. Τον Φεβρουάριο του 1926 βάζω μπροστά και βγάζω 20 λευκάδια ξυλεία, περίπου 5.000 πήχεις όλων των διαμετρημάτων, προς μία δραχμή και 20 λεπτά τον πήχυ...
Αρχινούμε να κουβαλούμε πέτρες με 15 ζώα. Eίχαμε 2 Βογατσιώτες με 7 γομάρια, τα δικά μας ζώα και άλλα με αγώγι, και εντός τριών εβδομάδων ρίξαμε 2.800 φορτώματα, όλα εγώ τα πλήρωσα... Έφυγα για Αμερική πάλι το 1926, τον Μάιο μήνα...
Η ταχυδρομική Διεύθυνση του Άγγελου Κυρατζή
στο Άλμπανυ της Νέας Υόρκης.
Αφού ήλθα εις την Αμερικήν το 1926 Μάιο μήνα άρχισα να στέλνω πάλιν τα τσέκια βροχηδόν επί δύο συνεχή έτη, δηλαδή μέχρι το 1928 για να φκιάσουν το σπίτι. Το ολιγώτερον 2.000 δολάρια έστειλα. Και αφού τελείωσε το σπίτι με γράφουν (οι οικείοι μου) θέλουμε και αυλές. Τους στέλνω 300 δολλάρια και μου γράφουν δεν έφτασαν και τους στέλνω άλλα 200 δολλάρια και γίνονται 500 δολλάρια, το όλον μόνον οι αυλές....Ολόκληρο το έργο αυτό λέγω θα με στοίχησε 4.000 δολλάρια... 
Το 1928 με 1929 παντρεύουν οι γονείς μου την αδελφή μου τη Μένη, και το 1933 παντρεύουν την άλλη αδελφή μου τη Χαρίκλεια.
Σελίδα της αυτοβιογραφικής καταγραφής
του Άγγελου Κυρατζή.
Έφθασα στο χωριό το 1935 τον Αύγουστον μήνα και άρχισα να παίρνω και να αγοράζω πράγματα επί εξ μήνες, το γιόμισα το σπίτι. Παντρεύομαι και παίρνω τρία φορτώματα προίκα και το επιπλώνω το σπίτι και το κάνω να μην είναι άλλο ίσως εις όλην την περιφέρειαν. Βάζω σύστημα βόδια, αγελάδες, άλογο, αγοράζω σπόρον, κάνουμε τα χωράφια και γεμίζομε το σπίτι γένημα. Φεύγω το 1937 τον Αύγουστον μήνα και αφήνω μίαν καλήν κατάστασιν. Ζώα αρκετά, 40 ταγάρια σιτάρι, 20 ταγάρια βρίζα, ένα καδί τυρί 65 οκάδες, ένα τενεκέ 12 οκάδες βούτυρο και άλλα. Και 35 χιλιάδες δραχμές...(σ.σ. Το αναφερόμενο αρχοντικό σπίτι το έκαψαν, μαζί με όλα τα υπάρχοντά του, Ιταλοί στρατιώτες κατά την περίοδο της Κατοχής, έτη 1941 - 44).
...............................................................................................................................................
Από τον Μάρτιον του 1939 άρχισα να δουλεύω προς 18 δολλάρια την εβδομάδα, και έφθασα το 1946 να παίρνω 30 δολλάρια την εβδομάδα, εδούλευα διά Γεώργιον Τζιώνη. Από το 1946 Απρίλιον μήνα εδούλευα διά τον Loui Toppall, άρχισα με 30 δολλάρια και έφθασα τα 37,50 την εβδομάδα, μέχρι του 1951 τον Ιούνιον μήνα.
Οι εξαδέλφες Γιαννούλα Ζυγούρα και
Θωμαή Κυρατζή στο Άλμπανυ (περί το 1955
).
Τον Ιούλιον μήνα παράτησα και κάθισα μέχρι τον Οκτώβριον του ιδίου έτους, και εις τας 11 Νοεμβρίου έφυγα διά πατρίδα και κάθισα εκεί μέχρι του 1953 Σεπτέμβριον. Τον Οκτώβριον του 1953 έφυγα διά Αμερικήν και αρχάς Δεκεμβρίου έπιασα δουλειά εις τον θείον μου Γεώργιον Τζιώνη με 60 δολλάρια την εβδομάδα και δούλευα μέχρι τον Μάιον του 1954, και μετά σταμάτησα.
Σεπτεμβρίου 23 του 1955 έπιασα δουλειά εις Εταιρείαν Nedicks με 45 δολλάρια την εβδομάδα επί δύο μήνες. Μετά με βάλαν 5 ημέρες την εβδομάδα και εργάστηκα μέχρι 23 Ιανουαρίου 1957 με 36,85 δολλάρια εβδομαδιαίως, και εις τας 23 Ιανουαρίου με σταμάτησαν...

Σημείωση. Ο Άγγελος Κ. Κυρατζής είχε γραμματικές γνώσεις 6/τ Δημοτικού σχολείου, ήταν όμως πολύ εφυής, ιδιαίτερα φιλομαθής κι ένεκα τούτου πολυμαθής. Στην Αμερική υπήρξε τακτικός συνδρομητής και αναγνώστης των αξιόλογων ομογενειακών εφημερίδων “Ατλαντίς” κι “Εθνικός Κήρυξ”, μετά δε την επιστροφή του στην Ελλάδα έπαιρνε ανελλιπώς και διάβαζε την έγκριτη εφημερίδα “Ελεύθερος Κόσμος”. Ας είναι αιωνία η μνήμη του Άγγελου Κ. Κυρατζή. (Γ.Τ.Α.).
Άποψη του Άλμπανυ Ν.Υ.

Η Θωμαή Κυρατζή (αριστερά) με συγγενείς της.



Αυτοβιογραφικό κείμενο του Άγγελου Κυρατζή.



Ο επιχειρηματίας Γεώργιος Τζιώνης
 και η σύζυγός του Λίνα Κυρατζή
στο Άλμπανυ Ν.Υ.

Ο Άγγελος Κυρατζής με την αδελφή του Μένη
και ανίψια του στον Γέρμα, περί το έτος 1972.

Παρασκευή 10 Μαΐου 2019

Εις μνημόσυνον Γιάννη Γ. Προδαφίκα (+ 2019).

Ο αείμνηστος Γιάννης Προδαφίκας
σε εφηβική ηλικία.

Ο αείμνηστος Γιάννης Γ. Προδαφίκας (1977 – 2019) ήταν ένας άριστος και αξιαγάπητος νέος του Γέρμα. Ο πρόωρος και αδόκητος θάνατός του προξένησε πολύ μεγάλο πόνο στην οικογένειά του και λύπησε βαθύτατα όλους τους αγαπημένους του συγγενείς, τους φίλους και τους γνωστούς του. Εις μνημόσυνό του παρουσιάζεται ακολούθως μία ενδιαφέρουσα μαθητική Έκθεσή του (: Σκέφτομαι και Γράφω), που είχε γράψει στις 3 Μαΐου 1988, σε ηλικία 11 ετών.
Πρώτη Μαΐου, ημέρα γαλήνης.
Ο ήλιος σιγά – σιγά ανεβαίνει στον ουρανό. Ξημέρωσε η 1η Μαΐου. Μπήκαμε στην καρδιά της Άνοιξης. Εμείς ξυπνήσαμε πρωί για να βγούμε έξω. Θα πηγαίναμε σε ένα μέρος της Χαλκιδικής που είναι κάτι ξαδέλφια μου.
Αυτήν την ημέρα όλοι οι εργαζόμενοι δεν θα δουλέψουν, αλλά θα βγούν στους δρόμους να φωνάξουν για τα δικαιώματά τους. Όμως, αφού είναι ημέρα γαλήνης, όλοι πρέπει να βγουν στην εξοχή και όχι να κάτσουν μες στην πόλη, γύρω από τις πολυκατοικίες. Πρέπει αυτήν την ημέρα να χαρούν τη φύση, να προσέξουν τη ζωή της φύσης και όχι να φωνάζουν μες στους δρόμους.
Ο Γιάννης Προδαφίκας σε παιδική ηλικία
με τη μητέρα του Σταματούλα και
τον μικρότερό του αδελφό  Λάμπρο.
 Τα παιδιά αυτήν την ημέρα δεν πρέπει να παίζουν μπάλα και άλλα παιχνίδια που προκαλούν νευρικότητα, αλλά να κάνουνε πολύχρωμα στεφάνια με λουλούδια. Να παρατηρήσουν τα πουλιά που κελαηδούν, να δουν τα έντομα πως τριγυρνούν εδώ κι εκεί, να ακούσουν το κελάρυσμα ενός ρυακιού που κυλάει σιγά – σιγά στη ρεματιά και άλλα πολλά.
Η εξοχή έχει πολλές ομορφιές στην καρδιά της Άνοιξης, Έτσι μπορείς να ηρεμήσεις και να ξεχάσεις κάθε κακό πράγμα που έχεις στο νου σου και ακόμα να αφήσεις τον εαυτό σου να ταξιδέψει παντού και να θαυμάσει ολόκληρη τη φύση.
Γιάννης Προδαφίκας. 3 Μαΐου 1988.


Ο Γέρμας Καστοριάς, το αγαπημένο χωριό
 του αείμνηστου Γιάννη Γ. Προδαφίκα.

Ο αείμνηστος Γιάννης Προδαφίκας
λίγο καιρό πριν το τέλος του.

Δευτέρα 8 Απριλίου 2019

Οι “αξιόπετρες” των παιδιών του Γέρμα της παλαιάς εποχής.

Δυο μικρές "αξιόπετρες" επάνω σε παλάμη.

Την παλαιά εποχή, κι έως το έτος 1965 περίπου, όλα σχεδόν τα μικρά αγόρια του Γέρμα Καστοριάς είχαν στην τσέπη τους από μία “αξιόπετρα”. Η πέτρα αυτή ήταν ένα μικρό τεμάχιο του ορυκτού ταλκίτη λίθου, που το έβρισκαν στην κοίτη του Μουρικίσιου ποταμού του χωριού τους, συνήθως μετά τις θερινές κατεβασιές του.
Οι αναφερόμενες “αξιόπετρες” ήταν περιζήτητες από τα μικρά παιδιά εκείνης της εποχής, διότι τις χρησιμοποιούσαν σαν κιμωλία, λόγω της μαλακής κι εύθραυστης υφή τους, και σχημάτιζαν μ' αυτές διάφορα γραμμικά σχέδια και ζωγράφιζαν ποικίλες μορφές επάνω σε πλάκες των λιθόστρωτων, σε τσιμεντένια δάπεδα και σε άλλες σκληρές και λείες επιφάνειες.
Σκίτσο ζωγραφισμένο με τη διπλανή του
"αξιόπετρα" επάνω σε μαθητική πλάκα.
 Οι ίδιες πετρούλες ήταν ιδιαίτερα πολύτιμες και για τους μαθητές του Δημοτικού σχολείου Γέρμα, διότι, όταν έχαναν το κοντύλι τους, έγραφαν με αυτές γράμματα και λέξεις επάνω στις σχολικές πλάκες που χρησιμοποιούσαν τότε αντί για τετράδιο.
Σήμερα οι άλλοτε πολύτιμες “αξιόπετρες” είναι παντελώς άγνωστες στους περισσότερους κατοίκους του Γέρμα. Τις θυμούνται μόνο οι ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού, οι άνω των 65 ετών, όταν αναπολούν τη γλυκιά ζωή των παιδικών τους χρόνων.
Γιώργος Τ. Αλεξίου.
Δύο τεμάχια ταλκίτη λίθου ("αξιόπετρας").




Το χωριό "Ο Γέρμας" Καστοριάς.

Σπιτάκι σχεδιασμένο με "αξιόπετρα"
επάνω σε πλάκα λιθόστρωτου.

Τεμάχιο "αξιόπετρας" ως κιμωλία.

Σκίτσο καμωμένο με "αξιόπετρα"
επάνω σε τσιμεντένια επιφάνεια .

Η παραλία της Αξιόπετρας στην Αιτωλοακαρνανία.

Δάσκαλοι και μαθητές
του Δημοτικού Σχολείου Γέρμα (έτ. 1962).

Γραφή με "αξιόπετρα"
επάνω σε σχολική πλάκα.