Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2021

Λαογραφία Γέρμα Καστοριάς: “Το φρυγανισμένο ψωμί χορταμό δεν έχει”.

 

    Στον Γέρμα Καστοριάς παλαιότερα (και τώρα;), οι κάτοικοί του κατά την διάρκεια του χειμώνα “πουρζιάντζαν” {: πυράνιζαν ;) φέτες ψωμιού στο τζάκι ή στη σόμπα τους και το έτρωγαν με γερμανιώτικο τυρί. Το εν λόγω ψωμοτύρι ήταν πολύ νόστιμο και γι΄ αυτό “ χορταμό δεν είχε “ ! Τον λόγο που το πυρανισμένο (φρυγανισμένο) ψωμί “δεν είχε χορταμό” τον εξηγούσαν με το παρακάτω χαριτωμένο αστειολόγημα:

Μιλάει το φρυγανισμένο ψωμί:

Με σπέρνετε (ως σιτάρι),

Με θερίζετε,

με αλωνίζετε,

με λυχνίζετε,

με αλέθετε,

με ζυμώνετε (ως αλεύρι)

με ψήνετε στο φούρνο...

και τώρα με ξαναψήνετε.

Ε ! δεν υποφέρεστε, να μην χορταίνετε όταν με τρώτε.











Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2021

Λαογραφία Γέρμα Καστοριάς: “Πάρε προβατίνα την κλάψα και δώσ' μου το αρνί σου”.

 

Την παλαιά εποχή, πριν το έτος 1960 περίπου, οι κτηνοτρόφοι του Γέρμα Καστοριάς κοιμούνταν κατά τις καλοκαιρινές νύχτες με τα κοπάδια τους στα ψηλά βουνά του χωριού τους. Άναβαν τότε στο γρέκι τους μια φωτιά με χοντρά κούτσουρα, τυλίγονταν με την κάπα τους, και ξαγρυπνούσαν εκεί μαζί με τα πρόβατά τους.

Την ίδια εποχή επικρατούσε στον Γέρμα μεγάλη φτώχεια. Όλοι οι κάτοικοί του ήταν υποσιτισμένοι και υπέφεραν πολύ, ιδιαίτερα όμως υπέφεραν οι νεαρές μητέρες που είχαν νεογέννητα βρέφη κι έπρεπε να τα θηλάσουν με το γάλα τους. Οι γυναίκες αυτές είχαν κι έδιναν λιγοστό γάλα στα μωρά τους, με αποτέλεσμα αυτά να είναι συνεχώς πεινασμένα και να κλαίνε διαρκώς. Όταν αυτό συνέβαινε σε νυχτερινές ώρες, οι νεαρές μητέρες έβγαιναν στην αυλή τού σπιτιού τους κρατώντας το κλαψιάρικο μωρό στα χέρια τους, στρέφονταν σε κάποια απ' τις μακρινές φωτιές των βοσκών, άπλωναν τα χέρια τους με το μωρό προς μια προβατίνα που φαντάζονταν ότι βρισκόταν εκεί κι εξόρκιζαν το κλάμα τού παιδιού τους λέγοντας τρεις φορές την εξής φράση: “Πάρε προβατίνα την κλάψα και δώσ' μου το αρνί σου” {: πάρι προυβατίνα ν' κλάψα κι δώμ' τ' αρνί σ'}, δηλαδή, πάρε προβατίνα το κλάμα του παιδιού μου για να γίνει ήσυχο σαν το αρνάκι σου,... και το παιδί γινόταν “αρνί”! 

Γ.Τ.Α.










'







Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2021

Γερμανιώτικο εύθυμο ιστόρημα: “Τα γελάδια”.

    

     Κατά την εποχή της ανταρτοκρατίας στον Γέρμα (δεκαετία 1940), όπως βεβαίως και σε όλη την Ελλάδα, συνέβησαν αναρίθμητα τραγικά γεγονότα, καθώς και πολλά κωμικοτραγικά συμβάντα, όπως το ακολούθως περιγραφόμενο. Στα χρόνια εκείνα λοιπόν, ο Φ.Κ., που ήταν κάτοικος ενός μικρού χωριού όμορου του Γέρμα, του Τσιριλόβου, είχε ένα σχετικώς μεγάλο κτήμα στην κοντινή του περιοχή Γιάζια. Στο κτήμα αυτό καλλιεργούσε με την οικογένειά του και με τους 2 - 3 υπαλλήλους του κάμποσα στρέματα αγρών και λιβαδιών κι έτρεφε περί τα 250 πρόβατα και 20 – 30 γελάδια (: βόδια, αγελάδες και μοσχάρια).

Κάποιο πρωινό αυτής της χρονικής περιόδου, κατέφτασαν στον σταύλο τού Φ.Κ. μερικοί πάνοπλοι και αγριεμένοι ερυθροί αντάρτες και πήραν με τη βία όλα τα γελάδια του λέγοντας, “κατάσχονται για τον αγώνα”. Ο Φ.Κ. διαμαρτυρήθηκε, αλλ' εις μάτην. Σκέφτηκε λοιπόν και πήγε στο Αρχηγείο των ανταρτών που βρισκόταν στο βουνό Σινιάτσικο, παρουσιάστηκε στον “Καπετάν – Υψηλάντη” (sic), και ζήτησε να του επιστρέψουν οι αντάρτες τα κλεμένα γελάδια του. Ο “Υψηλάντης” προσποιήθηκε άγνοια του γεγονότος, “συμβούλεψε” όμως “πατρικά” και παρότρυνε επιτακτικά τον χωρικό Φ. Κ. να συγκεντρώσει μάνι – μάνι 50 χρυσές λίρες υπέρ του αγώνα των ανταρτών, να τις παραδώσει στον ίδιο για λογαριασμό τους και κατόπιν να (θα) παραλάβει τα ζώα του. Ο Χωρικός γύρισε πάραυτα τρομαγμένος στο χωριό του και κατόρθωσε με πολύ μεγάλη προσπάθεια να συγκεντρώσει από γνωστούς και φίλους το απαιτούμενο χρηματικό ποσό. Κατόπιν, παρέδωσε τις 50 χρυσές λίρες στον “Υψηλάντη”, πήρε τα βόδια του και τα οδήγησε αμέσως στο κτήμα του, χαρούμενος μεν για τα ζώα του που παρέλαβε, αλλά και πολύ στεναχωρημένος για τα χρήματα που έδωσε στον “Υψηλάντη”.

    Την άλλη ημέρα, πρωί – πρωί, κατέφθασαν στο σταύλο του Φ. Κ. αρκετοί αντάρτες του “Υψηλάντη” και ξαναέκλεψαν όλα τα γελάδια του... !

Η καταγραφή της αφήγησης έγινε από τον Γ.Τ.Α.