Περί το έτος 1870
γεννήθηκε σε μια φτωχή οικογένεια της Κωνσταντινούπολης μία χαριτωμένη κορούλα,
που δυστυχώς στάθηκε πολύ άτυχη στη ζωή της. Κατά τη νηπιακή της ηλικία έχασε
τους αγαπημένους της γονείς και απόμεινε ολομόναχη στον κόσμο. Όταν συνέβη αυτό
το θλιβερό γεγονός, η τοπική Εκκλησία ενδιαφέρθηκε για την τύχη τής μικρής ορφανής,
την περιμάζεψε και την περιέθαλψε σε ένα ορφανοτροφείο της Πόλης. Εκεί η μικρή Πολίτισσα έμαθε
την τέχνη της ραπτικής κι έγινε άριστη μοδιστρούλα.
Την ίδια εποχή, περί
το έτος 1890, έφυγε από τον Γέρμα (την τότε Λοσνίτσα) και μετέβη στην
Κωνσταντινούπολη για να εργαστεί εκεί ο Νικόλαος Γκέλας, που ήταν αδελφός τής
Ελένης Γκέλα – Χατζηαθανασίου, και του Νιάκου Γκέλα. Ο νεαρός μετανάστης
γνώρισε στην Κωνσταντινούπολη την προαναφερόμενη ορφανή Ρωμιά, την αγάπησε και
τη νυμφεύτηκε.
Η Κωνσταντινούπολη, πατρίδα της Πολίτσσας. |
Όμως, μετά από 2-3
χρόνια έγγαμου βίου, ο Νικόλαος Γκέλας εγκατέλειψε στην Πόλη τη νεαρή σύζυγό
του κι επέστρεψε μόνος στο γενέθλιο χωριό του, όπου ύστερα από λίγο νυμφεύτηκε
μία άλλη γυναίκα, η οποία καταγόταν από το γειτονικό Δρυόβουνο Κοζάνης και ήταν
θεία του Γιάννη Τερλή.
Η αναίτια και ξαφνική
φυγή του Νικόλα Γκέλα από την Κωνσταντινούπολη υπήρξε, όπως ήταν φυσικό, μεγάλο
πλήγμα για την εκεί εγκαταλειμμένη πρώτη σύζυγό του. Η εν λόγω γυναίκα υπεραγαπούσε
τον νεαρό Γερμανιώτη και γι’ αυτό αποφάσισε να ξοδέψει τις λίγες οικονομίες που
είχε και να ταξιδέψει απ’ την Πόλη ως τον Γέρμα, για να τον συναντήσει και να ζήσει
για πάντα μαζί του. Και αυτό έπραξε. Ταξίδευσε μόνη της επί πολλές ημέρες, με
τα τότε πρωτόγονα μέσα συγκοινωνίας, και κάποια ημέρα έφτασε καταπονημένη στον
Γέρμα και βρήκε τον αγαπημένο της Νικόλα, αλλά τον βρήκε όμως νυμφευμένο με μια
άλλη γυναίκα…
Ο Γέρμας, το χωριό του Νικόλα Γκέλα. |
Στον Γέρμα έγινε τότε
μεγάλο σούσουρο. Οι προεστοί του χωριού και ο ιερέας Παπα-Δημήτρης συμβούλεψαν
την Πολίτ(ι)σσα (: Κωνσταντινουπολίτισσα) να επιστρέψει στην πατρίδα της, αυτή
όμως αρνήθηκε κατηγορηματικά και τους δήλωσε ότι θα παραμείνει κοντά στο νόμιμο
σύζυγό της έως το θάνατό της. Ακούοντας αυτά ο Παπα-Δημήτρης, τής παραχώρησε
για προσωρινή κατοικία ένα κελί που βρισκόταν στο προαύλιο του ενοριακού ναού.
Μετά από λίγο καιρό
απεβίωσε στον Γέρμα ο ευσεβής Χατζη-Τριαντάφυλλος Ντιαφής, και κληροδότησε στην
Εκκλησία ένα μεγάλο δωμάτιο που είχε στο πατρικό του σπίτι. Ο εν λόγω
Τριαντάφυλλος είχε μεταβεί το έτος 1859 για προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ και είχε
μεταφέρει απ’ εκεί στο χωριό του, ως ευλογία κι ενθύμιο, ένα «Προσκυνητάρι των
Αγίων Τόπων» που έχει αναγραμμένη επάνω του την εξής επιγραφή: « Χ’’ ΤΡΙΑΝΤΑΦΑΣ
ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΤΑΦΟΥ 1859»,. Το Προσκυνητάρι αυτό είναι ένα
μεγάλο τεμάχιο υφάσματος με μικρογραφίες που απεικονίζουν πόλεις της Ιερής Γης,
εκκλησίες και μοναστήρια, σπήλαια, βουνά και λίμνες αλλά και γεγονότα από την
Aγία Γραφή και την εκκλησιαστική ιστορία και παράδοση. Σήμερα βρίσκεται αναρτημένο
στον ενοριακό ναό του Αγίου Γεωργίου Γέρμα και το βλέπουν με προσοχή κι
ενδιαφέρον όλοι οι Γερμανιώτες που γνωρίζουν την προέλευσή του.
Ο Κωνσταντίνος Ντιαφής, (1840-1947 !), εξάδελφος του Χατζη-Ντάφα Ντιαφή. |
Αμέσως μετά τον
θάνατο του Χατζη-Ντάφα Ντιαφή, η Πολίτσσα, όπως την αποκαλούσαν πλέον όλοι οι
Γερμανιώτες, εγκαταστάθηκε στο δωμάτιο που αυτός είχε κληροδοτήσει στην
Εκκλησία και ζούσε πλέον εκεί ασκητικά, ράβοντας τις προίκες των κοριτσιών και
τα φορέματα των γυναικών του χωριού και λαμβάνοντας ως αμοιβή ελάχιστα χρήματα
και λίγα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα τους. Πολύ τακτικά
της πρόσφερνε λειτουργιές και ψωμί η μικρή κόρη του μακαριστού ιερέα Παπαγγελή
Λιάντζη, η Αντιγόνη Σιδέρη, και τότε αυτή την ευχαριστούσε κι έλεγε «Να ζήσει ο
πατέρας σου (σας) χίλια χρόνια».
Από την άφιξη της
αναφερόμενης χρυσοχέρας μοδίστρας στον Γέρμα και μέχρι τον θάνατό της, όλοι οι ηλικιωμένοι
Γερμανιώτες, ως προαναφέρθηκε, την αποκαλούσαν Πολίτ(ι)σσα, αυτή όμως τους
διόρθωνε συνεχώς και ζητούσε να την αποκαλούν “Κυρα-Νικόλαινα”. Παράλληλα, τα
μικρά παιδιά του χωριού, κάθε φορά που τη συναντούσαν να βαδίζει μαυροφορεμένη
στο δρόμο, τη φωνάζανε “Μπάμπω”, και τότε αυτή τους απαντούσε θυμωμένη “μπάμπαλα
στα μάτια σας”.
Η αλησμόνητη Πολίτσσα
έζησε στον Γέρμα με πολλές στερήσεις και αφάνταστες κακουχίες σχεδόν σαράντα
χρόνια, μέχρι το θάνατό της, που συνέβη κατά τη διάρκεια της Γερμανοϊταλικής
Κατοχής (1941 – 44).
Μερικά χρόνια αργότερα,
κατά την φρικτή περίοδο της ανταρτοκρατίας στον Γέρμα, που όλα "τάσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά", οι ερυθροί αντάρτες
σκότωσαν εντελώς άδικα τον Νικόλα Γκέλα. Το ιστορικό της παράλογης δολοφονίας
του έχει ως εξής:
Τα λιγοστά ερείπια της οικίας του Νικόλα Γκέλα. |
Μια σκοτεινή βραδιά
του έτους 1948 (;), κάποιος εθνικόφρονας Γερμανιώτης πέταξε κρυφά στους δρόμους
του Γέρμα πολλά φυλλάδια με αντικομουνιστικό περιεχόμενο. Την άλλη ημέρα οι
τοπικές αρχές του Κ.Κ.Ε. βρήκαν αρκετά απ’ τα εν λόγω φυλλάδια ριγμένα μπροστά
στην πόρτα της φτωχικής οικίας του Νικόλα Γκέλα και θεώρησαν απερίσκεπτα ότι
αυτός τα είχε διασκορπίσει κατά την προηγούμενη νύχτα στο χωριό. Αμέσως τότε
τον κατήγγειλαν ως «εχθρό του λαού» (sic), τον δίκασαν ερήμην, τον καταδίκασαν εις θάνατο κι έστειλαν
πάραυτα δύο κόκκινους οπλοφόρους στο χωράφι, όπου αυτός εκείνη την ημέρα όργωνε
με τα βόδια του, για να τον εκτελέσουν. Πράγματι, οι δύο ορισθέντες αντάρτες πήγαν
στο χωράφι του Γκέλα, τον πυροβόλησαν εν ψυχρώ μπροστά στα άδολα μάτια των βοδιών
του και το αθώο αίμα του χύθηκε πάνω στο αλέτρι του.
Ο μεγαλοπρεπής ενοριακός ναός του Αγίου Γεωργίου, Γέρμα., έτ. 1882. |
Δεκαεπτά χρόνια
αργότερα, το έτος 1965 (;), η δεύτερη γυναίκα του Γκέλα, η αποκαλούμενη Γκέλω,
βρέθηκε από περαστικούς, τις πρωινές ώρες κάποιας χειμωνιάτικης ημέρας, νεκρή
και παγωμένη μπροστά στο σπίτι της. Κατά την προηγούμενη νύχτα είχε ανοίξει και
πέσει απ’ το παράθυρό της, διότι, λόγω της μεγάλης ηλικίας και της άνοιάς της, είχε
νομίσει ότι επρόκειτο για τη θύρα του δωματίου της. Έτσι, βρήκε κι αυτή τραγικό
θάνατο, όπως και ο σύζυγός της Νικόλας Γκέλας.
Το παρόν σύντομο κείμενο
κλείνει με την ευχή, να αναπαύσει ο πανάγαθος Θεός την ψυχή τής πονεμένης
Πολίτσας, του αδικοσκοτωμένου Νικόλα Γκέλα και της ταλαίπωρης δεύτερης συζύγου
του, της Γκέλως.
Το Προσκυνητάρι Αγίων Τόπων του Χατζη-Ντάφα. στον ενοριακό ναό του Γέρμα, έτ. 1859 |
(Γιώργος Τ. Αλεξίου)
Η αναμνηστική επιγραφή στο Προσκυνητάρι του Χατζη-Ντάφα. |
Ο Γέρμας Καστοριάς. Πίνακας του Γιώργου Αλεξίου. |
Ο Γερμανιώτης Γ. Αλεξίου με έναν "Γενίτσαρο" στο παλάτι Τοπ-Καπί της Κωνσταντινούπολης. |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου